Search
Close this search box.
στιγμιότυπο από Σύνοδο της βουλής των Ελλήνων
Παρατηρήσεις στο σ/ν κύρωσης της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης
Το Σχέδιο Νόμου δεν ορίζει ρητά στις μορφές έμφυλης βίας και την οικονομική, η οποία θα μπορούσε να υπάγεται ρητά και στην ψυχολογική βία.

Παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε όλες τις παρατηρήσεις του Κέντρου Διοτίμα στο σ/ν κύρωσης Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης:

Το Σχέδιο Νόμου δεν ορίζει ρητά την βία κατά των γυναικών ως περιλαμβάνουσα και την οικονομική, η οποία θα μπορούσε να υπάγεται ρητά και στην ψυχολογική βία (παρ. 40 αιτιολογικής έκθεσης και άρθρο 3 περ. α) και β) Σύμβασης).

Η αιτιολογική έκθεση της Σύμβασης αναφέρεται ρητά σε «economic violence», δηλαδή οικονομική βία, η οποία σε διεθνή εργαλεία (μη νομικά) ορίζεται ως η αποστέρηση από οικονομικούς πόρους και απαντάται συχνά συντρέχουσα με άλλες μορφές βίας.

Στην πιο συνήθη μορφή της παίρνει τη μορφή της παρακώλυσης πρόσβασης στο οικογενειακό ταμείο, της στέρησης της δυνατότητας διαχείρισης ή συνδιαχείρισης του οικογενειακού ταμείου και ακόμα και της στέρησης της πρόσβασης της γυναίκας στα αποκτήματα από την εργασία της.

Ι. Προτείνεται η προσθήκη άρθρου 6Β στο Ν. 3500/2006 με τυποποίηση του αδικήματος της άσκησης ψυχολογικής βίας ως εξής:

«Το μέλος της οικογένειας το οποίο με τη συνεχή συμπεριφορά του προξενεί σε άλλο μέλος αυτής βλάβη στην ψυχική του ακεραιότητα, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον, ενός έτους. Σε αυτού του είδους τη συμπεριφορά υπάγεται και η παρακώλυση της πρόσβασης των ενηλίκων μελών στο οικογενειακό ταμείο, η με πρόθεση αποστέρηση από οικονομικούς πόρους και η συστηματική υφαίρεση των χρημάτων που το μέλος της οικογένειας αποκερδαίνει από την εργασία του».

ΙΙ. Στην περίπτωση αυτή χρήζει τροποποίησης και το άρθρο 1 παρ. 1, με προσθήκη και του άρθρου 6Β στον ορισμό της ενδοοικογενειακής βίας.

ΙΙΙ. Σχέδιο Νόμου: Άρθρο δεύτερο: Τροποποιήσεις διατάξεων ποινικού κώδικα

3. Στο άρθρο 310 Π.Κ. προτείνεται με το Σχέδιο Νόμου η προσθήκη παραγράφου 4 με το εξής περιεχόμενο:
«4. Όποιος με πρόθεση κατέπεισε γυναίκα, ενήλικη ή ανήλικη, να προβεί σε πράξη ακρωτηριασμού ή αυτοακρωτηριασμού, αν τελέστηκε η πράξη αυτή ή έγινε απόπειρά της, τιμωρείται με φυλάκιση».

Η ως άνω προτεινόμενη τροποποίηση είναι άστοχη και εκτός της διατύπωσης και του πνεύματος της Σύμβασης για τους εξής λόγους:

– Το άρθρο 38 α. και β. της Σύμβασης κάνει σαφώς λόγο για ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων.
– Το άρ. 38 β. Σύμβασης κάνει λόγο για «εξαναγκασμό» και «παρότρυνση», ενώ στην περίπτωση γ. (ανήλικη) και για «υποκίνηση».
– Στην παρ. α. του άρ. 38 της Σύμβασης ορίζεται ο ακρωτηριασμός γεννητικών οργάνων ειδικά, ως συμπεριλαμβάνων κάθε εύρους εκτομή και ακρωτηριασμό.
– Η επαπειλούμενη ποινή (φυλάκιση) έχει ελαφρύτερο πλαίσιο από αυτό της παρ. 1 του άρ. 310 Π.Κ., που προβλέπει φυλάκιση τουλάχιστο δύο ετών για τη βαριά σωματική βλάβη.
– Από τη διατύπωση του παραπάνω άρθρου καθίσταται ασαφές ποιο πρέπει να είναι το
υποκείμενο της πράξης, το οποίο καταπείστηκε, το ίδιο το θύμα ή ο/η αυτουργός του ακρωτηριασμού;

ΙV. Προτείνεται η τροποποίηση του άρθρου 310 Π.Κ. παρ. 2 ως εξής:

2. Βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα «ή στην παθούσα» κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή «αν η πράξη συνίστατο στην εκτομή, ακρωτηριασμό ή την εκτέλεση οποιουδήποτε άλλου ακρωτηριασμού σε ολόκληρο το εύρος ή σε οποιοδήποτε τμήμα των μεγάλων ή μικρών αιδοιικών χειλέων ή της κλειτορίδας γυναικός» ή αν τον «/την» εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του «/της».

V. Προτείνεται η προσθήκη 4ης παραγράφου στο άρθρο 310 Π.Κ. παρ. 2 ως εξής:

«4. Όποιος με πρόθεση υποκίνησε, παρότρυνε ή κατέπεισε γυναίκα, ενήλικη ή ανήλικη, να υποβληθεί σε πράξη εκτομής, ακρωτηριασμού ή στην εκτέλεση οποιουδήποτε άλλου ακρωτηριασμού σε ολόκληρο το εύρος ή σε οποιοδήποτε τμήμα των μεγάλων ή μικρών αιδοιικών χειλέων ή της κλειτορίδας της ή να προβεί σε πράξη αυτοακρωτηριασμού υπό την προαναφερθείσα έννοια, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστο δύο ετών, αν τελέστηκε η πράξη αυτή ή έγινε απόπειρά της».

VI. Στην περίπτωση αυτή χρήζει τροποποίησης και το άρθρο 6 παρ. 2 Ν. 3500/2006:

2. Αν η πράξη της πρώτης παραγράφου είναι δυνατόν να προκαλέσει στο θύμα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική βλάβη «υπό την έννοια του άρ. 310 παρ. 2 Π.Κ.», επιβάλλεται φυλάκιση, τουλάχιστον, δύο ετών. Αν επακολουθήσει βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του θύματος, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Αν ο υπαίτιος επεδίωκε ή γνώριζε και αποδέχθηκε το αποτέλεσμα της πράξης του, τιμωρείται με κάθειρξη.

VII. Εξαναγκαστικός γάμος

Στο πλαίσιο της υποχρέωσης ποινικοποίησης του εξαναγκασμού ενηλίκου ή παιδιού προς σύναψη γάμου, είναι σκόπιμο αυτή να ποινικοποιηθεί αυτοτελώς και διακριτά. Η προτεινόμενη στο Σχέδιο Νόμου προσθήκη στο άρ. 323Α παρ. 1 της φράσης «ή με σκοπό να εξαναγκάσει το πρόσωπο αυτό στη σύναψη γάμου» θέτει την αξιόποινη συμπεριφορά μόνο εντός του πλαισίου της εμπορίας ανθρώπων, καταλείποντας αμφιβολία εάν συμπεριλαμβάνονται στους ποινικά υπεύθυνους και οι γονείς. Επίσης είναι σκόπιμο η έννοια του γάμου να καλύπτει και «αυτόν που θεωρεί ως υποστατό γάμο το θύμα», προκειμένου να καλυφθεί και ο άτυπος θρησκευτικός γάμος που μπορεί να συνάπτεται στον προσφυγικό πληθυσμό.

VII. Παρενόχληση (stalking)

Η παράγραφος 5 του δεύτερου άρθρου του Σχεδίου Νόμου εισάγει ως όρο του αξιοποίνου την «αντίθετη εκπεφρασμένη βούληση του θύματος» ενάντια στο γράμμα της Σύμβασης. Η απόδειξη πλήρωσης αυτού του όρου είναι δυσχερώς αποδείξιμη και ιδρύει έμμεση ευθύνη στο θύμα της παρενόχλησης. Προτείνεται η απάλειψη του όρου αυτού από την προτεινόμενη τροποποίηση του αρ. 333 παρ. 1 Π.Κ.

VII. Κατάργηση άρ. 329 και 339 παρ. 3 Π.Κ.

Είναι προφανής η σκοπιμότητα κατάργησης των παραπάνω αναχρονιστικών διατάξεων περί επιγενόμενου των αξιόποινων πράξεων γάμου.

VIΙI. Άρθρο τρίτο, τροποποιήσεις του Ν. 3500/2006

Η προτεινόμενη στο Σχέδιο Νόμου τροποποίηση, παρότι ορθά απαλείφει τον όρο της συνοίκησης, αποτυγχάνει να ενσωματώσει το γράμμα και το πνεύμα τη Σύμβασης, καθώς:

1) Δημιουργεί αμφιβολία για το εάν ως συντρόφους εννοεί μόνο τους συνδεόμενους με σύμφωνο συμβίωσης
2) Εισάγει διάκριση σε βάρος των ομόφυλων ζευγαριών καθώς συνεχίζει να κάνει λόγο για γυναίκα και άνδρα, αποκλείοντας την εφαρμογή του νόμου περί ενδοοικογενειακής βίας στα ζευγάρια ιδίου φύλου, σε αντίθεση με τη ρητή αναφορά στην παρ. 53 της αιτιολογικής έκθεσης της Σύμβασης.
3) Διατηρεί εκτός πεδίου εφαρμογής τους πρώην μόνιμους συντρόφους που δεν έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, κάτι που κείται εκτός του πνεύματος της Σύμβασης (βλ. παρ. 41 και 42 αιτιολογικής έκθεσης Σύμβασης).

Προτείνεται η σχετική τροποποίηση του άρ. 1 παρ. 2γ) του Ν. 3500/2006 να γίνει ως εξής:

«γ. οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στην περίπτωση μόνιμων συντρόφων (ίδιου ή διαφορετικού βιολογικού φύλου) και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, ως και στους τέως συζύγους και τέως συντρόφους».

IX. Ποινική Διαμεσολάβηση

Προτείνεται η τροποποίηση του άρ. 12 παρ. 3 Ν. 3500/2006, ως εξής:
«3. Αν ο παρέχων εξηγήσεις δεν υποβάλει ο ίδιος, ή μέσω του συνηγόρου του, την κατά την παρ. 2 του άρθρου 11 δήλωση περί ποινικής διαμεσολάβησης, «μπορεί να» καλείται, προς τούτο, από τον αρμόδιο εισαγγελέα. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να λάβει προθεσμία τριών ημερών για να απαντήσει».
Η δυνητική εφαρμογή της διαδικασίας από τις εισαγγελικές αρχές πρέπει να προβλεφθεί και για τον πρόσθετο λόγο ότι η παράλειψή της έχει οδηγήσει σε απαλλακτικές κρίσεις, λόγω ακυρότητας προδικασίας που προκαλείται. Πρέπει λοιπόν να είναι σαφές από το οικείο πλαίσιο ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της εισαγγελικής Αρχής η κίνηση της διαδικασίας της ποινικής διαμεσολάβησης.

Χ. Άδεια διαμονής στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας

Το πνεύμα και το γράμμα της Σύμβασης επιτάσσει την νομοθετική διασφάλιση της πρόβλεψης τρόπου διατήρησης ή χορήγησης καθεστώτος νόμιμης διαμονής στη χώρα, για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας αλλοδαπής ιθαγένειας.

Το προϊσχύον καθεστώς (άρ. 2 παρ. 1 γ. ΚΥΑ 30651/2014) για παρατύπως διαμένουσες πολίτες τρίτων χωρών προέβλεπε ότι για τη χορήγηση άδειας διαμονής απαιτείται η υποβολή επικυρωμένου αντιγράφου της καταγγελίας που έχει υποβληθεί σε αρμόδια ελληνική αρχή για άσκηση ενδοοικογενειακής βίας ή έκθεση κοινωνικής υπηρεσίας σχετική με το ιστορικό της υπόθεσης.

Ωστόσο με την ΚΥΑ 68019/2015 εισήχθη μόνη και αποκλειστική υποχρέωση προσκόμισης επικυρωμένου αντιγράφου της καταγγελίας που έχει υποβληθεί σε αρμόδια ελληνική αρχή για άσκηση ενδοοικογενειακής βίας όπως ορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 6, 7, 8 και 9 του N. 3500/2006 ή των άρθρων 299 και 311 Π.Κ..

Έτσι υποχρεώνονται τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας (ακόμη και εάν φιλοξενούνται σε ξενώνες κακοποιημένων γυναικών και υποστηρίζονται από τις/τους επαγγελματίες των δημοσίων δομών καταπολέμησης της έμφυλης βίας) να προβαίνουν σε μηνύσεις, χωρίς απαραίτητα να επιθυμούν κάτι τέτοιο.

Είναι αναγκαία η επαναφορά της πρόβλεψης ως ίσχυε υπό την ΚΥΑ 30651/2014 με διαζευκτική απαίτηση της καταγγελίας ή κοινωνικής έκθεσης, σε αρμονία με το περιεχόμενο της αιτιολογικής έκθεσης της Σύμβασης στις παρ. 53 και 59 και το άρ. 18 παρ. 4 της Σύμβασης.

share

πρόσφατα άρθρα

Μετάβαση στο περιεχόμενο