Στο πλαίσιο του Β και Γ΄ ΚΠΣ, και με ομπρέλα την τότε Ευρωπαϊκή Στρατηγική (Σύνοδος Κορυφής της Λισσαβόνα, 2000) για την Απασχόληση που επεδίωκε μεταξύ άλλων την κοινωνική συνοχή και διακήρυττε την ενίσχυση των πολιτικών που προωθούν τη βελτίωση της ικανότητας της επαγγελματικής ένταξης, με ιδιαίτερη έμφαση την προώθηση των ίσων ευκαιριών για όλους και ιδιαίτερα για εκείνους που απειλούνται με κοινωνικό αποκλεισμό, διαμορφώθηκαν εθνικές πολιτικές για κοινωνική και εργασιακή ένταξη με ευρωπαϊκή/εθνική χρηματοδότηση (υπηρεσίες συμβουλευτικής υποστήριξης ανέργων, επιδότηση νέων θέσεων εργασίας, δημιουργίας νέων επιχειρήσεων και δημιουργίας θέσεων για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας (τα γνωστά Stage).
Οι πολιτικές αυτές εξειδικεύονταν μέσα από τα Επιχειρησιακά Προγράμματα των αρμόδιων Υπουργείων (π.χ. Υπουργείο Απασχόλησης, Υγείας κ.ά.) και απευθύνονταν τόσο στους/στις ανέργους/άνεργες γενικά μέσω των Εθνικών Σχεδίων Δράσης για την Απασχόληση (ΕΣΔΑ), όσο και σε «ειδικές» ομάδες-στόχους που αντιμετώπιζαν επιπλέον εμπόδια πρόσβασης στην απασχόληση, μέσω των Εθνικών Σχεδίων Κοινωνικής Ενσωμάτωσης (ΕΣΔΕΝ).
Τα άτομα που περιγράφονταν ως ωφελούμενοι των ενεργειών Συνοδευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών θα έπρεπε να ανήκουν σε μια από τις παρακάτω ευπαθείς κοινωνικά ομάδες του πληθυσμού:
Γι αυτές τις ομάδες, προκρίθηκαν επιπλέον «ειδικές» δράσεις/προγράμματα που έδιναν έμφαση στην προετοιμασία, την εμψύχωση, την ενδυνάμωση και την ενεργοποίησή τους με ταυτόχρονη υλοποίηση δράσεων ευαισθητοποίησης του πληθυσμού και των δυνητικών εργοδοτών για την άρση των στερεοτυπικών αντιλήψεων που εκλάμβαναν αυτήν την κατηγορία των ανέργων ως «μειονεκτούσα», «μη απασχολήσιμη» ή ακόμα και «επικίνδυνη».
Με κοινές υπουργικές αποφάσεις (2001, 2002 και 2005) διαμορφώθηκε ένα σύστημα λειτουργίας Κέντρων Συνοδευτικών Υποστηρικτικών Υπηρεσιών (ΣΥΥ), όπως ονομάστηκαν και πιστοποιήθηκαν στη συνέχεια από το ΕΚΕΠΙΣ. Ως «Συνοδευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες (ΣΥΥ)» ορίστηκε κάθε ενέργεια ή δέσμη ενεργειών, που συμβάλλει στην ενδυνάμωση και την εμψύχωση του ατόμου, καθώς και την ενεργοποίηση και ευαισθητοποίηση όλου του κοινωνικού ιστού, ώστε να επιτευχθεί η κοινωνική και η εργασιακή ενσωμάτωση των ατόμων που απειλούνται από κοινωνικό αποκλεισμό.
Το Κέντρο Διοτίμα ήταν ένα από τα Κέντρα που υπέβαλλαν αίτημα πιστοποίησης καθώς ήδη δραστηριοποιούταν στο πεδίο και επεδίωκε να εργαστεί με τις γυναίκες, διαμορφώνοντας εργαλεία και υπηρεσίες με την έμφυλη διάσταση. Το Κέντρο πιστοποιήθηκε προκειμένου να παρέχει συστηματικά Συνοδευτικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες σε γυναίκες ευπαθών κοινωνικά ομάδων, όπως είναι οι μακροχρόνια άνεργες άνω των 45 ετών, οι παλιννοστούσες, οι μετανάστριες, οι μόνες γονείς.
Οι δράσεις αυτές, ήταν στοχευμένες και επεδίωκαν να παρέμβουν στα ιδιαίτερα προβλήματα και εμπόδια που αντιμετώπιζαν οι γυναίκες όχι μόνο στην εύρεση μιας θέσης εργασίας, αλλά πρωτίστως στη συνειδητοποίηση της έμφυλης και κοινωνικής τους θέσης και ταυτότητας (ζητήματα διακρίσεων/ορίων κ.ά.), στην ενεργοποίησή τους προκειμένου να διεκδικούν τα (εργασιακά/κοινωνικά) δικαιώματά τους που συχνά αγνοούσαν, στην απόκτηση γνώσης σχετικά με νομικά θέματα (διαζύγια, επιμέλεια παιδιών, βία) κλπ.
Εκτός από το Κέντρο Διοτίμα, ως Κέντρα παροχής ΣΥΥ πιστοποιήθηκαν και άλλοι φορείς και ΜΚΟ, όπως η ΑΡΣΙΣ, ο ΝΟΣΤΟΣ, η Εύξεινη Πόλη κ.ά., που δραστηριοποιήθηκαν στο πεδίο και παρείχαν υπηρεσίες σε μια ή περισσότερες από τις ομάδες των δυνητικά ωφελούμενων.
Ωστόσο από την αρχή ακόμα της υλοποίησης αυτών των προγραμμάτων, παρουσιάστηκαν εμπόδια και δυσκολίες που αφορούσαν είτε στο σχεδιασμό τους είτε στην υλοποίησή τους είτε και στα δύο.
Συστάθηκε έτσι από τα Κέντρα που παρείχαν ΣΥΥ, το Δίκτυο των ΚΕΣΥΥ ούτως ώστε να διαμορφώνουν προτάσεις προς τα αρμόδια Υπουργεία, που θα διασφαλίζουν βελτιωτικές πρακτικές για την αποτελεσματικότερη και δικαιότερη παροχή των υπηρεσιών στα άτομα που τις δικαιούνταν.
Τα Κέντρα παροχής ΣΥΥ, μέσω των συμβούλων που έρχονταν σε καθημερινή επαφή με τους/τις ωφελούμενους/ες, διαμόρφωναν και συστηματοποιούσαν μεγάλη γνώση και εμπειρία για τις ανάγκες των ατόμων και επιχειρούσαν να τη δημοσιοποιούν και να τη συνδέουν με στοχευμένες διεκδικήσεις που άλλοτε λαμβάνονταν υπόψιν από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων και άλλοτε όχι.
Ωστόσο, το Δίκτυο των ΚΕΣΥΥ έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην παραγωγή θέσεων και προτάσεων, στην έμμεση έστω εκπροσώπηση κοινωνικών ομάδων, που δεν είχαν φωνή και δικαιώματα, και στην άσκηση πίεσης ούτως ώστε αυτές οι ομάδες και οι ανάγκες τους να αποκτήσουν ορατότητα εντός και εκτός θεσμών.