Έμφυλη βία κατά γυναικών με αναπηρία
Oι γυναίκες με αναπηρία αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο να βιώσουν έμφυλη βία, που λαμβάνει και μισαναπηρικές προεκτάσεις.

Οι γυναίκες με αναπηρία αποτελούν το 25,7% του πληθυσμού της Ελλάδας, σύμφωνα με ευρωπαϊκή έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2018. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για το ¼ του πληθυσμού, με όλες τις διαφοροποιήσεις του στο είδος, το βαθμό και το βίωμα της αναπηρίας, απουσιάζουν έρευνες, δράσεις και πολιτικές στοχευμένες στις πολλαπλές συνδέσεις της αναπηρία με την έμφυλη βία, καθώς και την αντιμετώπισή της. Σαν αποτέλεσμα, οι επιζώσες έμφυλης βίας με αναπηρία περιθωριοποιούνται σε πολλά επίπεδα [1].

Από την άλλη, διαθέσιμα στοιχεία διεθνώς υποδεικνύουν ότι οι γυναίκες με αναπηρία αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο από το γενικό πληθυσμό να βιώσουν έμφυλη βία, βία σε πιο σύνθετες μορφές, από περισσότερα άτομα και σε διαφορετικά περιβάλλοντα.

Μισαναπηρισμός και έμφυλη βία

Τα είδη έμφυλης βίας που βιώνουν οι γυναίκες με αναπηρία φυσικά δεν διαφέρουν από αυτά που βιώνουν οι γυναίκες χωρίς αναπηρία. Πρόκειται για σωματική, λεκτική/συναισθηματική, σεξουαλική και οικονομική βία, είτε στο δημόσιο, είτε στον ιδιωτικό χώρο (ενδοσυντροφική/ενδοοικογενειακή βία).

Συχνά όμως στις περιπτώσεις ανάπηρων γυναικών η έμφυλη βία λαμβάνει και μισαναπηρικές προεκτάσεις και μορφές: από τη συναισθηματική υποβάθμιση που συνδέεται με την αναπηρία ή την εσκεμμένη παραμέληση, μέχρι την άρνηση πρόσβασης σε βοηθήματα προσβασιμότητας και επικοινωνίας, τη στέρηση φαρμακευτικής αγωγής ή τη στέρηση επιδομάτων και άλλων οικονομικών βοηθημάτων που μπορεί να λαμβάνει μία ανάπηρη γυναίκα.

Κακοποιητής – φροντιστής

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 90% των κακοποιητών είναι άνδρες που οι ανάπηρες γυναίκες ήδη γνωρίζουν και συχνά έχουν μαζί τους σχέσεις οικειότητας και εμπιστοσύνης  (Mays2009). Πρόκειται για συντρόφους/συζύγους που, αν χρειάζεται, αναλαμβάνουν την καθημερινή τους φροντίδα, ή για άλλους, επί πληρωμή βοηθούς ή/και συγγενείς, που φροντίζουν συστηματικά προσωπικές τους ανάγκες.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη εξάρτησή τους από τον κακοποιητή/φροντιστή, ανάλογα με το βαθμό, το είδος και τις ανάγκες της αναπηρίας, σε επίπεδο συναισθηματικό, πρακτικό ή/και οικονομικό. Σε κάποιες περιπτώσεις δε τα περιστατικά κακοποίησης καταγράφονται στο πλαίσιο ιδρυμάτων ή σε ιατρικές πτέρυγες, και μάλιστα πολλαπλασιάζονται όταν υπάρχει ανάγκη για διαρκή περίθαλψη.

Κοινωνικά εμπόδια

Οι ανάπηρες επιζώσες, όπως έχει καταγραφεί, παραμένουν στο κακοποιητικό περιβάλλον για μεγαλύτερη διάστημα, καθώς αντιμετωπίζουν αυξημένα κοινωνικά εμπόδια στην προσπάθεια τους να καταγγείλουν την κακοποίηση που βιώνουν και να ξεφύγουν από αυτήν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας και φτώχειας που αντιμετωπίζουν συγκριτικά με τις μη ανάπηρες γυναίκες, αλλά και τους ανάπηρους άνδρες, αυξάνουν τις πιθανότητες αποκλεισμού και οικονομικής δυσχέρειας, εγκλωβίζοντάς τες συχνά σε κακοποιητικές σχέσεις.

Ταυτόχρονα, πολλές φορές συναντούν δυσκολίες πρόσβασης στις διαθέσιμες δομές υποστήριξης: μη προσβάσιμοι χώροι, έλλειψη διερμηνέων νοηματικής γλώσσας ή/και προσωπικού εκπαιδευμένου σε θέματα προσανατολισμού και κινητικότητας, μη εξειδικευμένο προσωπικό των δομών που δεν διαθέτει ενημέρωση και εκπαίδευση σε θέματα αναπηρίας και έμφυλης βίας.

Επιπλέον, η έλλειψη γενικότερης μέριμνας για προσβάσιμους δομημένους χώρους δημιουργεί συχνά στις γυναίκες με αναπηρία δισταγμό να εγκαταλείψουν την οικεία τους, λόγω της ανησυχίας τους ότι θα δυσκολευτούν να εξοικειωθούν με ένα νέο οικιστικό περιβάλλον και με τις γύρω διαδρομές που θα πρέπει να διανύουν καθημερινά.

Τέλος ,απουσιάζει πλήρως η προσβάσιμη ενημέρωση για τα νόμιμα αναγνωρισμένα δικαιώματά τους ως προς την κακοποίηση και την ύπαρξη δομών όπου μπορούν να ζητήσουν βοήθεια.

Η κοινωνική κατασκευή της αναπηρίας

Σημαντικό πρόσκομμα είναι και η κοινωνική κατασκευή των ανάπηρων ατόμων, και ειδικά των γυναικών, που αναπαράγουν πολλοί/ες επαγγελματίες. Για παράδειγμα, στην περίπτωση των κωφών γυναικών, συναντάται το στερεότυπο ότι η νοηματική δεν είναι μία γλώσσα «κανονική», δημιουργώντας αμφιβολίες στα ακούοντα άτομα για τη σοβαρότητα ή την αλήθεια των γεγονότων που μεταφέρει.

Κάποιοι επαγγελματίες δεν κατανοούν τις πολλές και σύνθετες μορφές που μπορεί να λάβει η κακοποίηση, με αποτέλεσμα να εστιάζουν στην αναπηρία αντί της έμφυλης βίας, ή να υποβαθμίζουν τις κατηγορίες περί κακοποίησης.

Άλλες πάλι φορές η κοινωνική κατασκευή των γυναικών με αναπηρία ως ασεξουαλικών, οδηγεί κάποιους επαγγελματίες στο να μην αναγνωρίζουν τη δυνατότητα των ανάπηρων επιζωσών να συνάψουν σεξουαλικές και συντροφικές σχέσεις.

Συχνά δε οι φροντιστές/κακοποιητές αντιμετωπίζονται ως «ήρωες που φροντίζουν», και άρα πέραν κάθε υποψίας για κακοποιητική συμπεριφορά.

Η κοινωνική κατασκευή των ανάπηρων γυναικών, ως υποδεέστερων, αβοήθητων, αδύναμων, παθητικών δημιουργεί συχνά και στις επιζώσες με αναπηρία αισθήματα ενοχικότητας και χαμηλής αυτοεκτίμησης, την αντίληψη ότι «δεν είμαι καλή, γιατί δεν είμαι αρτιμελής, οπότε καλώς δέχομαι και τη βία», όπως οι ίδιες ανέφεραν σε focus groups που διοργάνωσε το Κέντρο Διοτίμα στο πλαίσιο του προγράμματος SAFEable.

Το δεδομένο αυτό αυξάνει την επιφύλαξή τους ότι δε θα γίνουν πιστευτές αν καταγγείλουν αυτό που τους συμβαίνει .Αυξάνει επίσης το φόβο τους ότι μπορεί να εγκλειστούν οι ίδιες, ή/και τα παιδιά τους σε ίδρυμα, λόγω του ότι κοινωνικά θεωρούνται μη ικανές να επιτελέσουν σωστά τους κοινωνικούς ρόλους της συντρόφου/συζύγου και μητέρας.

Παρά τους δικαιολογημένους φόβους και τα υπαρκτά εμπόδια, μία γυναίκα με αναπηρία μπορεί να ξεφύγει από το κακοποιητικό περιβάλλον. Λαμβάνοντας ολοκληρωμένη ενημέρωση για τα δικαιώματα και τις επιλογές της, και εξειδικευμένη υποστήριξη, μπορεί να βρεθεί μία ασφαλής διέξοδος από την έμφυλη βία για την ίδια και τα παιδιά της, σύμφωνα πάντα με τις ανάγκες και τις επιθυμίες της.

[1] Το συγκεκριμένο κείμενο αντλεί από την επαφή του Κέντρου Διοτίμα με ανάπηρες γυναίκες στο πλαίσιο του έργου SAFEable, αλλά και τη διεθνή βιβλιογραφία. Βλ. ενδεικτικά: Jennifer M. Mays (2006). Feminist Disability Theory: Domestic Violence against Women with a Disability, Disability & Society 21, no. 2: 147-58· Jennifer Nixon (2009). Domestic violence and women with disabilities: locating the issue on the periphery of social movements, Disability & Society 24, no. 1: 77-89· Ravi K. Thiaraa, Gill Hagueb and Audrey Mullenderc (2011). Losing out on both counts: disabled women and domestic violence, Disability & Society 26, no. 6: 757-771· Ελένη Νταλάκα (2022), Βία κατά των Γυναικών με Αναπηρία: Έννοιες, Θεσμοί, Πολιτικές, Κοινωνική Πολιτική, 16, 59-75.

share

πρόσφατα άρθρα

Μετάβαση στο περιεχόμενο