Εναλλακτικές αφηγήσεις για την έμφυλη βία
Εισήγηση της Νατάσας Κεφαλληνού στο Πάντειο για τις αφηγήσεις σχετικά με την έμφυλη βία στα media και τα social media. 

Η υπεύθυνη επικοινωνίας του Κέντρου Διοτίμα, Νατάσα Κεφαλληνού, μίλησε στην ημερίδα «Sci-presents: Κριτική Αφηγηματοπλασία και Φεμινιστική/Κουίρ Θεωρία», στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος Cov-Care. Η εισήγηση της είναι μέρος του πάνελ «Έμφυλη βία: Δημόσιος λόγος και (κριτική) αφηγηματοπλασία» που επικεντρώνεται στην κατασκευή της «πραγματικότητας» της έμφυλης βίας όταν αυτή γίνεται ένα «γεγονός» που (ανα)παράγεται μέσα από την ειδησεογραφία, τις εκθέσεις και τη δικογραφία. Στόχος είναι να αναρωτηθούμε για τον χώρο που ανοίγεται στο δημόσιο λόγο και για την κριτική πλαισίωση της εμπειρίας της βίας ή για μια άλλη (μη κανονιστική και κανονικοποιημένη) αφηγηματοπλασία.

Διαβάστε ολόκληρη την εισήγηση παρακάτω:

«Η έμφυλη βία, ως η πιο ακραία έκφραση  των δομικών έμφυλων ανισοτήτων, έχει εισβάλει για τα καλά τα τελευταία χρόνια, με την άνθιση των φεμινιστικών κινημάτων, στο δημόσιο λόγο. Πώς όμως μιλάμε για την έμφυλη βία; Ποιοι/ες (ο)μιλούν και ποιες/οι ακούγονται; Τελικά οι λόγοι που παράγονται με τι εργαλεία μας εφοδιάζουν; Υπάρχει η δυνατότητα εναλλακτικών αφηγήσεων; 

Τα ερωτήματα αυτά αποπειρώμαι να απαντήσω στη σημερινή μου παρουσίαση εξετάζοντας κριτικά τις αφηγήσεις που συγκροτούνται για την έμφυλη βία σε δύο κανάλια: τα media και τα social media, μέσα από τις παρεμβάσεις και τις καμπάνιες του Κέντρου Διοτίμα, τα τελευταία πέντε χρόνια. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή την περίοδο το τμήμα Επικοινωνίας έχει υλοποιήσει 10 καμπάνιες, παρεμβαίνει σε 5 πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, συντονίζει την ομάδα του Κέντρου για την μηνιαία παραγωγή άρθρων στα ΜΜΕ.  Η επικοινωνιακή μας παρέμβαση, στοχεύει στην ενημέρωση του ευρύτερου κοινού για τις έμφυλες ανισότητες, στην ευαισθητοποίηση του για το φαινόμενο της έμφυλης βίας, ενώ προσπαθούμε να αναδείξουμε τα κενά, τις προκλήσεις, τις αναγκαιότητες για την πρόληψη και αντιμετώπιση της έμφυλης βίας και τη δημιουργία ενός ολιστικού συστήματος απόκρισης, με γνώμονα τις ανάγκες των επιζωσών, όπως προκύπτουν από την πολύχρονη εργασία μας στο πεδίο. 

ΜΜΕ: Μια χαραμάδα ορατότητας

Όταν το 2018 ξεκίνησα τη συνεργασία με τη Διοτίμα, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η έμφυλη βία δεν είχε χώρο στις στήλες των εφημερίδων/κανάλια. Το σύνθημα μας στην καμπάνια μας Don’t Skip (2018), «να κάνουμε την έμφυλη βία ορατή», απηχούσε αδρά αυτή την πραγματικότητα. Για να αλλάξουμε το κλίμα και να ασκήσουμε πίεση στα mainstream media αξιοποιήσαμε, τόσο εμείς όσο και άλλες ακτιβιστικές φεμινιστικές ομάδες, τα social media. Ταυτόχρονα ως Κέντρο Διοτίμα χτίσαμε συμμαχίες με νεαρές γυναίκες δημοσιογράφους. Και για τα επόμενα δύο χρόνια γράψαμε ή συμβάλαμε σε άρθρα  που αμφισβητούσαν τους μύθους της κουλτούρας του βιασμού και τα έμφυλα στερεότυπα. Είχαμε διανοίξει μια χαραμάδα ορατότητας…

Τομή για την κάλυψη των ζητημάτων έμφυλης βίας από τα ελληνικά media ήταν η περίοδος της πανδημίας και των μέτρων περιορισμού. H αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, παγκοσμίως και στη χώρα μας που μεταφράστηκε όχι αυτονόητα και σε αύξηση της ορατότητας της έμφυλης βίας υποχρέωσε και τα εγχώρια media, να δουν αυτό που τόσο καιρό απέφευγαν: ότι γυναίκες και θηλυκότητες στη συντριπτική τους πλειονότητα έχουν βιώσει κάποια μορφή έμφυλης βίας.

Σε αυτό το περιβάλλον, το 2021 ήρθαν οι δημόσιες αποκαλύψεις της Σοφίας Μπεκατώρου και η άνθιση του ελληνικό metoo. Η μαζικότητα των μαρτυριών και το γεγονός ότι οι καταγγελίες προέρχονταν από αναγνωρισμένες -στους χώρους τους- γυναίκες και αφορούσαν επώνυμους θήτες, έπαιξε σίγουρα ρόλο για την προθυμία των καναλιών να καλύψουν τις υποθέσεις και μάλιστα στις prime time ζώνες τους. 

Σήμερα, δύο χρόνια μετά η ειδησεογραφική κάλυψη της έμφυλης βίας έχει αυξηθεί σημαντικά. Πως όμως εκπαιδευόμαστε από τον μιντιακό λόγο/εικόνα να βλέπουμε/ακούμε την έμφυλη βία; Το Κέντρο Διοτίμα ανέδειξε συστηματικά στα social media μια σειρά από κακές πρακτικές και αντιδεοντολογικές στάσεις.  Στις σχετικές παρεμβάσεις μας προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε εργαλεία για να «διαβάσουμε» με φεμινιστικό τρόπο την ειδησεογραφία.

Τα σημεία που εστιάσαμε την κριτική μας: 

  • Από το δημοσιογραφικό λόγο απουσιάζει η ανάδειξη και συσχέτιση της έμφυλης βίας με τους κυρίαρχους πατριαρχικούς, ετεροκανονικούς και εθνικιστικούς λόγους και τις μορφές (ιδιοκτησιακής) σχεσιακότητας που την παράγουν, οδηγώντας τους θεατές να αντιλαμβάνονται τα περιστατικά ως μεμονωμένα  όχι ως εκδηλώσεις ενός κανονικοποιημένου κοινωνικού φαινομένου. 
  • Στα περιστατικά που τελικά απασχόλησαν τη δημόσια σφαίρα, συχνά γίναμε θεάτριες μιας «δημοσιογραφίας της κλειδαρότρυπας» που αποκαλύπτει την ταυτότητα και καταχρηστικές λεπτομέρειες από τη ζωή του θύματος. Με την έννοια της «κλειδαρότρυπας» εδώ να αξιοποιείται, μεταξύ άλλων, για να επανεγγραφεί η έμφυλη/ενδοσυντροφική βία στο πεδίο του ιδιωτικού.
  • Η «φωνή» των δραστών, των συνηγόρων αντηχούσε δυνατά στους τηλεοπτικούς δέκτες, καταλήγοντας έτσι σημαντική μερίδα των ΜΜΕ να γίνονται «μεγάφωνα» του victim-blaming. Με αυτόν τον τρόπο συνέβαλαν καθοριστικά στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος που αποθαρρύνει τα άτομα που βιώνουν έμφυλη βία να μιλήσουν για αυτή, να την καταγγείλουν. 
  • Οι μιντιακές αναπαραστάσεις συχνά διαμορφώνουν ένα προφίλ «ιδανικού» θύτη και θύματος, καλλιεργώντας και ενισχύοντας διάφορες πτυχές του σεξισμού αλλά και του ρατσισμού.  Χαρακτηριστικό είναι ότι σε περίπτωση που ο θύτης είναι αλλοδαπός, η εθνικότητα υπερ-προβάλλεται και αξιοποιείται εργαλειακά οξύνοντας ρατσιστικά κοινωνικά αντανακλαστικά.  Από την άλλη, όταν ο δράστης είναι «καλός οικογενειάρχης – Έλληνας πολίτης» παρουσιάζεται ως κάποιος που «ουδέποτε προκάλεσε», απεικόνιση που λειτουργεί αθωωτικά τόσο για τον ίδιο όσο και για την κοινωνία, που δεν έλαβε υπόψη προηγούμενες βίαιες συμπεριφορές. 
  • Στην περίπτωση των επιζωσών, το «ιδανικό θύμα» περιλάμβανε πάντα ένα κακοποιημένο σώμα με εμφανή τα σημάδια. Από το ρεπορτάζ αγνοούνταν τελείως η διαδρομή ενδυνάμωσης των γυναικών. Μάλιστα όταν ο πρότερος βίος των γυναικών δεν έμοιαζε να χωράει σε αυτό το σχήμα, συχνά οι επιζώσες έρχονταν αντιμέτωπες με slut-shaming, στο οποίο μια φωτογραφία που είχε υφαρπαγεί από τα social media γίνεται τεκμήριο της «ανηθικότητας», που σιωπηρά δικαιολογεί τη βία που υπέστησαν. Με αυτόν τον τρόπο καλλιεργείται στο ευρύ κοινό η αίσθηση ότι δεν είναι όλα τα θύματα αξιόπιστα/άξια να υποστηριχθούν, ιδίως όσα δεν μοιάζει να πειθαρχούν στις έμφυλες νόρμες. 

Παρόλα αυτά δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι υπήρξαν δημοσιογραφικές φωνές που στάθηκαν συστηματικά αρωγοί στην ανάδειξη των φεμινιστικών διεκδικήσεων.

Εναλλακτικές αφηγήσεις τα social media 

Θα σταθώ στις ψηφιακές καμπάνιες που υλοποιήσαμε αυτή την πενταετία κατά κύριο λόγο για να αναδείξω τις εναλλακτικές αφηγήσεις που θελήσαμε να συγκροτήσουμε για την έμφυλη βία, πέρα και συχνά σε σύγκρουση με ένα τρέχοντα δημοσιογραφικό λόγο. 

Καθιέρωση όρων 

Όταν το 2018 κάναμε την πρώτη μεγάλη καμπάνια με τον τίτλο Don’t Skip χρησιμοποιήσαμε για πρώτη φορά σε καμπάνια στην Ελλάδα τον πιο συμπεριληπτικό όρο έμφυλη βία αντί του «βία κατά των γυναικών». Τότε ακόμα δεν έχει χρησιμοποιηθεί ιδιαιτέρα στο δημοσιογραφικό/δημόσιο λόγο. Tο virility του βίντεο της καμπάνιας με τον Ερίκο Λίτση, βοήθησε να ακουστεί ο όρος για πρώτη φορά on air.

Στα χιλιάδες σχόλια που είχαμε στη σελίδα μας στο facebook, μεγάλο ποσοστό αναρωτιόταν για την ερμηνεία του όρου. Η συστηματική μας προσπάθεια για την καθιέρωση του όρου στη δημόσια σφαίρα, συνεχίστηκε τόσο με υλικό στα social media όσο και με τη δημιουργία ενός γλωσσάριου με χρήσιμες έννοιες σχετικές με την έμφυλη βία, που ακόμα και σήμερα 5 χρόνια μετά, έχει μεγάλη επισκεψιμότητα στο website μας. 

Την ίδια διαδρομή ακολουθήσαμε και με τον όρο γυναικοκτονία, που δειλά δειλά έκανε την εμφάνιση , μετά τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη, το 2018. Σε αυτή την περίπτωση, επιμείναμε στην αποσαφήνιση του όρου, πως πρόκειται για δολοφονία γυναικών λόγω μισογυνικών κινήτρων, τροφοδοτήσαμε τα media & τα social media με διεθνή παραδείγματα και ορισμούς, βάλαμε το αίτημα για τη νομική αναγνώριση της, ανοίξαμε διάλογο με επιστημόνισσες, δημοσιογράφους και στελέχη από το πεδίο. Εν τέλει συμβάλαμε και εμείς ώστε να καμφθούν οι αντιστάσεις τουλάχιστον στη χρήση του όρου στη δημόσιο σφαίρα . 

Δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό

Στην πρώτη μας καμπάνια δεν ήταν λίγοι οι χρήστες που θεωρούσαν ότι τα περιστατικά έμφυλης βίας είναι μεμονωμένα, το φαινόμενο αφορά παλαιότερες εποχές, μη δυτικά πολιτισμικά συμφραζόμενα.  Εκκινώντας από αυτό το δεδομένο θελήσαμε με τη δεύτερη φάση της καμπάνιας Don’t Skip, το 2019, να καταδείξουμε πως πρόκειται για ένα ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο, και για αυτό αξιοποιήσαμε τα στατιστικά στοιχεία της μεγαλύτερης πανευρωπαϊκής έρευνας για την έμφυλη βία (FRA, 2014). Τα δεδομένα προκάλεσαν ανάμεικτες αντιδράσεις: σοκ και έκπληξη, ενώ πολλά μηνύματα γυναικών ανέφεραν ότι νιώθουν «δικαίωση» και «ανακούφιση» γιατί επιβεβαιώναμε το βίωμα τους. Αυτή η καμπάνια, που στηρίχθηκε αποκλειστικά σε ποσοτικά δεδομένα  δέχτηκε τα λιγότερα μισογυνικά σχόλια. 

Υποτιμημένες μορφές βίας 

Σε όλες τις καμπάνιες προσπαθήσαμε να ανατρέψουμε την άρρητη ιεράρχηση των μορφών βίας που κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο, και η οποία αξιοποιείται για να τονιστεί ότι έμφυλη βία είναι μόνο η βία που περιλαμβάνει σωματικό τραύμα. Σε όλες τις καμπάνιες μας είχαμε αναφορές στην ψυχολογική, οικονομική, λεκτική βία, τη σεξουαλική παρενόχληση, δλδ μορφές που δεν αφήνουν εμφανή σημάδια, εξίσου διαβρωτικές και επίπονες για τα υποκείμενα που τις βιώνουν.

Η πρόσφατη καμπάνιας μας για τη διαδικτυακή σεξουαλική βία και παρενόχληση αποτελεί προέκταση αυτής της λογικής, ενώ απαντούσε και στην ανάγκη να μιλήσουμε για νέες μορφές έμφυλης βίας που αυξάνονται τα τελευταία χρόνια. Στόχος μας να αμφισβητήσουμε την κυρίαρχη απαξίωση αυτών των μορφών βίας, που οδηγεί ακόμα και τα υποκείμενα που απευθύνθηκαν στις υπηρεσίες μας για υποστήριξη, να κουβαλούν την ενοχή ότι «μας απασχολούν» από άλλα «σοβαρά περιστατικά»…

Καμπάνιες για πολλαπλά ευάλωτα  υποκείμενα 

Το 2022 βάλαμε στο επίκεντρο των εκστρατειών γυναίκες από αποκλεισμένες ομάδες, που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα εμπόδια πρόσβασης στην υποστήριξη και άρα είναι πιο ευάλωτες στην έμφυλη βία.  Το ντοκιμαντέρ SAFEable σχεδιάστηκε με τη συμμετοχή γυναικών με αισθητηριακές βλάβες. Που μας μίλησαν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, για τη σχέση έμφυλης βίας και μισαναπηρισμού.

Το γεγονός ότι το ντοκιμαντέρ ήταν πλήρως προσβάσιμο σε τυφλά και κωφά άτομα μας έδωσε τη δυνατότητα να έρθουμε απευθείας σε επαφή με τις κοινότητες, η οποία αγκάλιασε και διέδωσε την προσπάθεια. Το ίδιο συνέβη και με τη καμπάνια για προσφύγισσες από την Ουκρανία.  Γνώμονας μας σε αυτές τις καμπάνιες ήταν να απευθυνθούμε σε λιγότερο ορατά υποκείμενα και να τα βάλουμε στο κέντρο του κάδρου, μιας και συνήθως απουσιάζουν από καμπάνιες που περιλαμβάνουν κυρίως νέες, λευκές, αρτιμελείς γυναίκες. 

Ανεξάρτητα πάντως από την εστίαση όλες μας οι καμπάνιες έχουν 3 βασικά χαρακτηριστικά: – Πάντα συνοδεύονται από τις απαραίτητες πληροφορίες για το πως μπορεί μια γυναίκα να λάβει υποστήριξη, στέλνοντας το μήνυμα ότι υπάρχει διέξοδος από την έμφυλη βία. – Δεν εγκαλούμε τις γυναίκες, δεν τις πιέζουμε να καταγγείλουν, εκπαιδεύοντας και το κοινό μας να σεβαστεί τους χρόνους τους, τα όρια τους και την αυτεξουσιότητά τους. – Αποφεύγουμε τις αναπαραστάσεις σωματικής βίας, που επανατραυματίζουν τα θύματα και αναπαράγουν μια εικόνα των επιζωσών μέσα από το βλέμμα του κακοποιητή. 

Τέλος η επιμονή μας στις ψηφιακές καμπάνιες είναι μια συνειδητή επιλογή καθώς αυξάνει την εμπλοκή των ίδιων των χρηστών/τριών. Παρά το γεγονός ότι κάποιες καμπάνιες δική μας εγρήγορση (ώστε να διαγραφούν κακοποιητικά σχόλια, να μπλοκαριστούν αντίστοιχες συμπεριφορές) τις περισσότερες φορές κάτω από το post διαμορφώνεται ένα digital safe space, μια εύθραυστη κοινότητα υποκειμένων που λειτουργεί ενδυναμωτικά. Ο ψηφιακός χώρος, όπως φάνηκε και με το κίνημα metoo, αναγνωρίζεται από τα ίδια τα υποκείμενα ως πιο φιλικός για να καταθέσουν τις εμπειρίες τους, καθώς τους δίνει μεγαλύτερο έλεγχο στη διαχείριση της έκθεσης του βιώματος τους. 

Κλείνοντας σε μια εποχή που η alt right παίρνει χώρο δημόσια σφαίρα και τα έμφυλα δικαιώματα μπαίνουν σε διακινδύνευση, η αλληλεγγύη, η συλλογική ενδυνάμωση, η φεμινιστική θεωρία, οι πολιτικές για την έμφυλη ισότητα μοιάζουν να είναι πιο αναγκαίες από ποτέ.»

share

πρόσφατα άρθρα

Μετάβαση στο περιεχόμενο