Η Γεωργία Μπίκα είναι μια θαρραλέα γυναίκα που δεν δίστασε να καταγγείλει από την πρώτη στιγμή στις Αρχές, τον βιασμό της, για να τιμωρηθούν οι ένοχοι και να προστατευτούν και άλλες γυναίκες.
Βγαίνοντας στη δημόσια σφαίρα με το πρόσωπο και το ονοματεπώνυμο της συνέβαλε καθοριστικά στην υπονόμευση της κυρίαρχης κουλτούρας του βιασμού, που επιβάλλει στα θύματα τον φόβο και την ενοχή, οδηγώντας τα στη σιωπή. Η ενοχή αυτή τη φορά άλλαξε πλευρά.
Χιλιάδες άνθρωποι στα social media αλλά και σε φεμινιστικές πορείες στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη στάθηκαν δίπλα της, ζητώντας διαλεύκανση της υπόθεσης, απόδοση δικαιοσύνης, στήριξη της ίδιας και κάθε επιζώσας σεξουαλικής βίας από τις αρμόδιες Αρχές και δομές της Πολιτείας.
Η υπόθεση της Γεωργίας όμως φέρνει στο προσκήνιο και κάτι επιπλέον: τη συστηματική επαναθυματοποίηση των επιζωσών βιασμού, που είναι αποτέλεσμα των μεγάλων καθυστερήσεων ή και της απροθυμίας για άμεση απόκριση εκ μέρους των αρχών δίωξης, καθώς και των ανεπαρκών, προβληματικών και χρονοβόρων θεσμικών διαδικασιών ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις σεξουαλικών εγκλημάτων.
Η κανονικοποίηση της επαναθυματοποίησης και η πλημμελής στήριξή των επιζωσών είναι οι βασικοί λόγοι που αποθαρρύνονται τα θύματα και συχνά επιλέγουν να μην καταγγείλουν.
Στην συγκεκριμένη υπόθεση, και παρόλο που η έγκαιρη εξασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων είναι ιδιαίτερα σημαντική σε υποθέσεις βιασμού, η Γεωργία κλήθηκε να δώσει ανεπαρκές δείγμα (μόνο ούρα, όχι αίμα) για τοξικολογικές εξετάσεις,18 ώρες μετά. Και αυτό με δεδομένο ότι το «χάπι του βιασμού» δεν ανιχνεύεται μετά το πέρας 12 ωρών.
Σοβαρά ερωτήματα προκαλεί επίσης η απόφαση για διενέργεια των τοξικολογιών εξετάσεων σε εργαστήριο στην Ελβετία, ενώ μέχρι στιγμής παραμένει ασαφές κατά πόσον υφίσταται ειδικό εργαστήριο για την πραγματοποίηση αυτών των εξετάσεων στην Ελλάδα.
Παράλληλα, πολύ σημαντική ήταν η καθυστέρηση της εξέτασής της από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία, που πραγματοποιήθηκε 3 μέρες μετά το συμβάν, στη διάρκεια των οποίων το θύμα δεν έπρεπε να πλυθεί.
Φυσικά η διαδικασία αυτή θέτει ξεκάθαρα υπό διακινδύνευση την έγκαιρη εξασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων, ενώ ανυπολόγιστες είναι οι συνέπειες στην ψυχολογία της επιζώσας.
Όλα τα παραπάνω δυστυχώς δεν συνιστούν μεμονωμένα περιστατικά. Στην χώρα μας αν μια επιζώσα καταγγείλει τον βιασμό της θα είναι τυχερή αν εξεταστεί εγκαίρως από ιατροδικαστή/τρια, καθώς οι Ιατροδικαστικές Υπηρεσίες έχουν ωράριο λειτουργίας δημοσίων υπηρεσιών, δεν εφημερεύουν, δεν λειτουργούν Σάββατο και Κυριακή, ούτε τις αργίες! Αν δε το συμβάν τελεστεί σε περιοχή που δεν διαθέτει Ιατροδικαστή/τρια, θα πρέπει μόνο του το θύμα να διανύσει χιλιόμετρα ώστε να μπορέσει βρει ανοιχτή Ιατροδικαστική Υπηρεσία σε όμορο νομό.
Ερώτημα παραμένει γιατί συστηματικά δεν εφαρμόζεται σε αντίστοιχες περιπτώσεις ο κανονισμός του Ν. 3772/2009, ΦΕΚ Α ́112/10.07.2009, αρ.9, σύμφωνα με τον οποίο: «oι ιατροδικαστές … υποχρεούνται, εφόσον επιβάλλεται από τις συνθήκες, να εκτελούν ιατροδικαστικές πράξεις και πέραν του ισχύοντος ωραρίου λειτουργίας των υπηρεσιών, καθώς και σε μη εργάσιμες ημέρες».
Όμως, οι συστημικές και θεσμικές ελλείψεις στο πεδίο της προστασίας των δικαιωμάτων των θυμάτων βιασμού δεν τελειώνουν εδώ: Η επιζώσα κατέθεσε επί ώρες μόνη της στις αστυνομικές αρχές χωρίς την παρουσία δικηγόρου.
Πρόκειται για πάγια πρακτική, καθώς τα θύματα δεν ενημερώνονται από τις Αρχές ότι έχουν δικαίωμα να συνοδεύονται από δικηγόρο κατά την πρώτη κατάθεση τους.
Επιπλέον, παρόλο που το νεοψηφισθέν άρθρο 228 του ΠΚ προβλέπει τον διορισμό και την συν-παράσταση ειδικού ψυχολόγου στην προανακριτική διαδικασία, η Γεωργία κατέθεσε μόνη χωρίς ψυχολογική υποστήριξη σε μια εξαιρετικά επώδυνη διαδικασία.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι: Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων βιασμού, ελλείψει εκπαίδευσης και σαφών πρωτοκόλλων, οι Αρχές δεν παραπέμπουν τα θύματα σε αρμόδιους φορείς για ψυχοκοινωνική υποστήριξη. Οι καθυστερήσεις στην ποινική διαδικασία είναι συστηματικές συμβάλλοντας στη δημιουργία γενικότερου κλίματος ατιμωρησίας.
Συχνά δε παρατηρείται ότι οι καταθέσεις των θυμάτων σεξουαλικών αδικημάτων δεν διεξάγονται με τον κατάλληλο -για την προστασία τους- τρόπο, ενώ το θύμα καλείται ξανά και ξανά από τις αρμόδιες αρχές για συμπληρωματικές καταθέσεις.
Είναι αυτονόητο ότι δεν αρκεί να καλούνται οι επιζώσες να μιλήσουν και να καταγγείλουν τα περιστατικά έμφυλης βίας και τους κακοποιητές.
Η πολιτεία έχει χρέος να διασφαλίσει ότι σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις καταγγελίας οι αρμόδιες διωκτικές, ιατροδικαστικές και δικαστικές αρχές θα δρουν άμεσα, με εγρήγορση και εξαντλώντας όλες τις δυνατότητες που παρέχει το νομικό πλαίσιο της χώρας, προβαίνοντας εγκαίρως στις προβλεπόμενες ενέργειες για τη βεβαίωση των αξιόποινων πράξεων και τη διασφάλιση του αναλλοίωτου των αποδεικτικών στοιχείων προκειμένου να είναι εφικτή η άμεση (ποινική) προστασία των θυμάτων.
Η εμπειρία είναι μεγάλη από πολλές άλλες χώρες που έχουν πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα στην υποστήριξη των επιζωσών. Με αυτό το σκεπτικό και στη βάση της πολυετούς εμπειρίας μας στην ολόπλευρη υποστήριξη θυμάτων έμφυλης βίας ενώνουμε τη φωνή μας και διεκδικούμε άμεσα τα εξής:
- Να δημιουργηθούν ιατροδικαστικές υπηρεσίες σε όλους τους νομούς και να καλυφθούν άμεσα τα κενά στις υφιστάμενες (13) με παράλληλη διασφάλιση της άμεσης πρόσβασης των θυμάτων σε ιατροδικαστή/τρια σε 24/7 βάση.
- Να εξοπλιστούν όλα τα νοσοκομεία και οι δομές δευτεροβάθμιας ή και πρωτοβάθμιας υγείας της χώρας με κιτ/κουτί βιασμού με παράλληλη πρόβλεψη για επιμόρφωση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού προκειμένου να διασφαλιστεί άμεση πρόσβαση των επιζωσών βιασμού σε ιατρική φροντίδα και μέριμνα. Στο πλαίσιο αυτό να διενεργούνται και όλες οι επιπλέον εξετάσεις (τεστ εγκυμοσύνης, PEP test/ Post-exposureprophylaxis for HIV infection, κ.λπ.).
- Να δημιουργηθούν Rape crisis centres σε μεγάλα αστικά κέντρα/νοσοκομειακές μονάδες σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία και στη λογική του one-stop-shop. Πρόκειται για κέντρα αντιμετώπισης περιστατικών βιασμού που λειτουργούν 24/7 σε αρκετές χώρες της Ευρώπης και των ΗΠΑ απασχολώντας εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό, και τα οποία συνεργάζονται θεσμικά με δομές υγείας, ψυχιατρικής, δικαιοσύνης με στόχο την άμεση και πολύπλευρη υποστήριξη των επιζωσών.
- Εναλλακτικά μπορούν να δημιουργηθούν Sexual Assault Referral Centres/ SARC στα οποία παρέχεται ιατρική φροντίδα, πρακτική και συναισθηματική υποστήριξη και πραγματοποιούν ιατροδικαστικές εξετάσεις. Σημειώνεται ότι στα SARC μπορεί μια γυναίκα να απευθυνθεί χωρίς να απαιτείται εντολή της αστυνομίας.
- Επιπλέον αποδεικτικό υλικό μπορεί να διατηρείται σε σχετική βάση δεδομένων προκειμένου η επιζώσα να το αξιοποιήσει για την καταγγελία της σε δεύτερο χρόνο και όποτε το αποφασίσει.
Κέντρο Διοτίμα, 2/2/2022