ασπρόμαυρο στιγμιότυπο από φεμινιστική διαδήλωση, γυναίκες με υψωμένες γροθιές στον δρόμο και πάνω τους γυναίκες σε ένα μπαλκόνι έχουν αναρτήσει κατά μήκος πανό που γράφει «women of the world unite!»
Γιατί (να) είμαστε φεμινίστριες: Σκέψεις με αφορμή την 8 Μάρτη
Συχνά ακούμε ότι ο φεμινισμός σήμερα είναι εν πολλοίς ξεπερασμένος. Η ισότητα των φύλων είναι δήθεν μια κατακτημένη υπόθεση που απασχόλησε τις προηγούμενες γενιές.

Τότε που πολλά πράγματα ήταν «συντηρητικά και οπισθοδρομικά», ενώ σήμερα έχουν οριστικά αλλάξει και προοδεύσει. Αυτή την άποψη συμμερίζεται και μερίδα, νεότερων γυναικών,  η οποία πήρε απόσταση από τις γυναίκες της προηγούμενης γενιάς, που μέσα από  τη δράση  τους  επέφεραν σημαντικές αλλαγές στη θέση των γυναικών στην κοινωνία.

Η αλήθεια είναι ότι η νομοθετική κατοχύρωση της ισότητας των φύλων δεν διασφαλίζεται πάντα στην πράξη, είναι σίγουρα ελλιπής και συχνά παραβιάζεται. Ειδικότερα στην παρούσα φάση της κρίσης στην Ελλάδα και της επικράτησης του νεοφιλελευθερισμού σε όλη την Ευρώπη, άλλες επιταγές του συστήματος απαιτούν τη χειραγώγηση των γυναικών και  την εκμετάλλευσή τους με πολλαπλούς τρόπους. Το γεγονός αυτό έχει οδηγήσει στην υποχώρηση ακόμη και των  θεσμικά κατοχυρωμένων κεκτημένων των αγώνων τους.

Οι έμφυλες ανισότητες, οι διακρίσεις, η ανισότητα ευκαιριών, η μη πρόσβαση, οι αποκλεισμοί και η αποστέρηση δημόσιων πόρων και αγαθών (όχι μόνον υλικών αλλά και άυλων, όπως χρόνος, γνώση, πληροφορία, δίκτυα, αναγνώριση κλπ) παραμένει το σκληρό δεδομένο για τις γυναίκες, σε όλους τους τομείς της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής. Ακόμη και μετά την επίτευξη του υψηλού –ψηλότερου από τους άνδρες– εκπαιδευτικού επιπέδου τους, οι γυναίκες εξακολουθούν να καταλαμβάνουν τις πιο κακοπληρωμένες, επισφαλείς και με μικρότερη αναγνώριση θέσεις εργασίας.

Αμείβονται με χαμηλότερους μισθούς από άνδρες που κάνουν την ίδια δουλειά (μισθολογικό χάσμα). Βρίσκονται συγκεντρωμένες σε κλάδους και επαγγέλματα χωρίς δυνατότητα εξέλιξης (γυάλινη οροφή). Βιώνουν διλημματικά την επαγγελματική τους σταδιοδρομία (οικογένεια/μητρότηταα ή καριέρα). Αντιμετωπίζουν πολλαπλάσιες δυσκολίες προκειμένου να ενταχθούν και να παραμείνουν στην αγορά εργασίας.

Συχνά είναι οι πρώτες που απολύονται ή εργάζονται χωρίς εργασιακά δικαιώματα. Έχουν χαμηλότερη διαπραγματευτική δύναμη λόγω του χαμηλού βαθμού συνδικαλισμού τους. Πρέπει να καταφέρουν πολλαπλάσια από συναδέλφους για να αναγνωριστούν σε κάθε στίβο: την επιστήμη, το επάγγελμα, την πολιτική και τους κοινωνικούς ρόλους, που αναλαμβάνουν. Επιπλέον εργάζονται διπλά, στην εργασία και στο σπίτι, δηλαδή να έχουν επωμιστεί και όλη τη σφαίρα της αναπαραγωγής του καπιταλιστικού συστήματος, παρέχοντας υπηρεσίες φροντίδας και καλύπτοντας τα τεράστια κενά του κοινωνικού κράτους.

Η έμφυλη βία –κεντρικό ζήτημα της φεμινιστικής ατζέντας – εξακολουθεί να καταδεικνύει  με τον πιο ακαριαίο τρόπο την κυριαρχία και την άσκηση εξουσίας των ανδρών πάνω σε γυναίκες και κορίτσια με πολλούς και διάφορους τρόπους: σωματική, λεκτική, ψυχολογική, οικονομική βία. Άνδρες που προέρχονται από όλο το φάσμα της κοινωνικής γεωγραφίας ως προς την τάξη, το εκπαιδευτικό και μορφωτικό επίπεδο αλλά και την ιδεολογία.

Η νομοθετική κατοχύρωση της ισότητας δεν επαρκεί από ό,τι φαίνεται για να εξασφαλιστεί η ισότιμη εκπροσώπηση και συμμετοχή των γυναικών  στις δημόσιες υποθέσεις, στην κατάληψη θέσεων ευθύνης στη δημόσια ζωή. Δεν τις προστατεύει, ακόμη και εκείνες τις λίγες που τα κατάφεραν, από ένα διάχυτο σεξισμό στους θεσμούς και το δημόσιο λόγο, τις απεικονίσεις και αναπαραστάσεις των ΜΜΕ και του κυρίαρχου μιντιακού λόγου, που αναπαράγει σεξιστικό λόγο και στερεότυπα.

Οι γυναίκες παραγκωνίζονται και περιθωριοποιούνται από τις ανδροκρατικές πρακτικές της δημόσιας σφαίρας, στα πολιτικά κόμματα, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τα όργανα λήψης απόφασης, ακόμη δε, με λιγότερο ίσως προφανή τρόπο, και στα πιο ριζοσπαστικά και διανοούμενα τμήματα της κοινωνίας. Το μέτρο της ποσόστωσης, που εν μέρει επιχειρεί να διορθώσει διαχρονικά θεμελιωμένες και εμπεδωμένες πρακτικές αποκλεισμών, να λειτουργήσει υποστηρικτικά και κυρίως να διαπαιδαγωγήσει μακροπρόθεσμα σε ισότιμες συμπεριφορές και πρακτικές, δεν τηρείται και υπονομεύεται ακόμη και όταν υιοθετείται διακηρυκτικά.

Στην πράξη διαπιστώνουμε πως το μέτρο της  ποσόστωσης έχει σε μεγάλο βαθμό δυσφημιστεί και έχει γίνει αντικείμενο ιδεολογικής χρήσης για δήθεν «προστατευτισμό», που οι ικανές και πρόθυμες γυναίκες δεν χρειάζονται, καθώς θέλουν και μπορούν να κατακτήσουν τη θέση τους χωρίς τέτοια μέτρα. Αυτή η στάση ωστόσο καταρρίπτεται όταν δούμε τα στοιχεία (πόσες γυναίκες, σε ποιες θέσεις και με ποιο αντικείμενο), τα οποία δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για το ότι ακόμη και στα αριστερά κόμματα ικανές και αφοσιωμένες γυναίκες δεν εκλέγονται στα καθοδηγητικά όργανα, στους θεσμούς εκπροσώπησης αλλά και την κυβέρνηση.

Η άποψη, που παραγνωρίζει και υποτιμά τη σημασία των φεμινιστικών επεξεργασιών και  θέσεων για τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ των φύλων, και τις οποίες αντιμετωπίζει ως δευτερεύουσες ή περιθωριακές ως προς την  κυρίαρχη ταξική αντίθεση, καθώς και ότι οι κοινωνικές διακρίσεις εις βάρος των γυναικών θα επιλυθούν μέσα από την κατάργηση του καπιταλισμού, σε μια σοσιαλιστική του βαθέως μέλλοντος προοπτική, έχει πλέον σήμερα  περιθωριοποιηθεί.

Από την άλλη μεριά, η παράλληλη προσπάθεια μιας υπαγωγής των φεμινιστικών διεκδικήσεων κάτω από την ομπρέλα των εν γένει δικαιωμάτων, αφαιρούν συχνά τη δύναμη κρούσης της φεμινιστικής κριτικής στις έμφυλες ιεραρχήσεις και το σύστημα αναπαραγωγής τους, και θέτει ζητήματα συγκρότησης του πολιτικού υποκειμένου κοινωνικής ανατροπής.

Ωστόσο, ολοένα και περισσότερο πλέον γίνεται ηγεμονική η κριτική και συμπεριληπτική προσέγγιση εκείνη που κατανοεί τις έμφυλες διακρίσεις ως ένα πεδίο το οποίο συναρθρώνει πολλές επιμέρους κοινωνικές αντιθέσεις: φύλου, τάξης, φυλής, ταυτότητας, κ.ά., και μόνον ως τέτοιες μπορεί σήμερα να αντιμετωπίζονται δηλαδή ως πεδίο πολιτικής και ιδεολογικής διαπάλης. Κριτική που επιδιώκει κινηματική παρουσία, μέσα από διάφορες πρωτοβουλίες, που συνομιλούν δημιουργικά με ότι αποκαλείται παλαιότερα και σύγχρονα κύματα του φεμινισμού. Ένας κινηματικός δυναμισμός που αλληλεπιδρά με και ενισχύεται από την εμφάνιση νέων κοινωνικών ομάδων και πολιτικών υποκειμένων, όπως οι προσφύγισσες αλλά και η δυναμική ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα.

Για όλους τους παραπάνω λόγους είμαστε φεμινίστριες σήμερα και κάθε μέρα, έως ότου δούμε το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς ιεραρχήσεις και διακρίσεις φύλου να γίνεται τμήμα του νοητικού, αξιακού και ψυχικού σύμπαντος των ανθρώπων (ανδρών και γυναικών) στις κοινωνίες μας.

share

πρόσφατα άρθρα

Μετάβαση στο περιεχόμενο